Σερζ Γκέινσμπουργκ: Ο Γάλλος ερωτύλος που πέθανε από… υπερβολική δόση ζωής

Στις 2 Απριλίου του1928 γεννήθηκε ο Σερζ Γκέινσμπουργκ, η διαστροφική ασχημόφατσα με την υπερμεγέθη μύτη και τα πεταχτά αυτιά που κατάφερε να κάνει τη γαλλική μπουρζουαζία να τραγουδάει “je t’aime, moi non plus” χωρίς ντροπή.

Υπήρξε “παιδί” της δεκαετίας του’ 60, στη διάρκεια της οποίας χτίστηκε ο “αντι-μύθος” του. Με Ρωσοεβραϊκή καταγωγή, άσχημος, αντισυμβατικός, προκλητικός, με αυτοκαταστροφικές τάσεις και με ροπή σε πάσης φύσεως καταχρήσεις. Ασχολήθηκε με πολλά διαφορετικά είδη μουσικής και επηρέασε βαθιά την εξέλιξη της ποπ μουσικής στη Γαλλία και όχι μόνο.

Ήταν μονίμως παράφορα ερωτευμένος και παρά το γεγονός ότι ήταν κακομούτσουνος, έκανε σχέσεις με τις πιο ωραίες γυναίκες της εποχής του, που σίγουρα θα ζήλευαν όλοι οι Ντελόν και οι Μπράντο του πλανήτη – από την Μπριτζίτ Μπαρντό μέχρι την Τζέιν Μπίρκιν. Δεν υπήρξε άντρας που ν’ αγάπησε πιο πολύ τις γυναίκες κι εκείνες τον αποθέωσαν, πριν τελικά τον μισήσουν. Ο ίδιος θεωρούσε ότι ήταν για τις γυναίκες αναγκαίο κακό και οι γυναίκες γι’αυτόν άχρηστο καλό.

Στην Γαλλία θεωρείτε θρύλος για τους τολμηρούς και πρωτοποριακούς στίχους του, ωστόσο στο μη Γαλλόφωνο κοινό είναι περισσότερο γνωστός για το άκρως αισθησιακό, διάσημο μουσικό κομμάτι με τα βογκητά του οργασμού της Τζέιν Μπίρκιν (αστικός μύθος τα θέλει αληθινά).

 

Είχε πει κάποτε “Δεν μπορώ να είμαι μετριότητα”, εκφράζοντας με απλό τρόπο τον δρόμο που ακολούθησε στην ζωή του. Μια έντονη προσωπικότητα που ήταν σχεδόν αδύνατον να περάσει απαρατήρητη.

Εζησε στα όρια που ο ίδιος πίστευε ότι έθετε για τον εαυτό του. Το πρόβλημα είναι ότι από ένα σημείο και μετά, η διαδρομή του θα αρχίσει να καταστρέφεται από την εξάρτηση του από το αλκοόλ, εκπληρώνοντας έτσι την προφητεία της αυτοκαταστροφής του.

Η Μπίρκιν τον εγκαταλείπει μαζί με τα παιδιά τους κι εκείνος πεθαίνει λίγο μετά, σχεδόν 63 χρονών. Σχεδόν νέος, πάντα άσχημος κι ερωτευμένος.

Είχε πει: “Η ασχήμια υπερτερεί κατά κάποιον τρόπο της ομορφιάς, διότι διαρκεί περισσότερο.”

Είπαν γι’ αυτόν πως “πέθανε από υπερβολική δόση ζωής…”